ΕΚΘΕΣΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝΟΠΟΥΛΟΥ |
03.03.08 | |
<<Παρελθόν,Παρόν και Μέλλον>>, τιτλοφορείται η έκθεση Ζωγραφικής του Κωνσταντίνου Καπετανόπουλου που θα εγκαινιαστεί στις 5 Μαρτίου, στις 7μ.μ από το δήμαρχο Αθηναίων Νικήτα Κακλαμάνη,στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών-Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία(Παπαρρηγοπούλου 5-7). Εκείνο που ενδιαφέρει πρωταρχικά είναι η θαυμαστή, φωτεινή χρωματικότητα, η ιεροπρέπεια της αποκάλυψης (επιφάνειας) των μορφών, η ξεκάθαρη, λιτή διαγραφή. Άλλωστε ολόκληρη την παράσταση, που βασίζεται σε γλυπτικές μορφές οι οποίες όμως ζωντανεύουν και δρουν στο χώρο, διαπνέει τελετουργική ιεροπρέπεια. Μια μυστηριακή μύηση; ο θεατής είναι εκείνος που καλείται να δώσει την απάντηση ανάλογα με το αίσθημα που του διεγείρει η εικόνα. Πέρα όμως από τη θεματική ερμηνεία παραμένει η αισθητική χαρά που αποκομίζει κανείς από ένα τέτοιο έργο, το οποίο καταλαμβάνει αναμφίβολα μια ξεχωριστή θέση στη σύγχρονη ελληνική, καλλιτεχνική δημιουργία. Ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Καπετανόπουλος χρησιμοποίησε αρχικά αφαιρετικές δομές για να εκφράσει πρωτογενή βιώματα, που αποκτούν στην εικόνα το χαρακτήρα μιας μελωδικής συνύπαρξης των χρωματικών τόνων. Στη σύγχρονη τέχνη ονομάστηκε η τάση αυτή Ορφισμός και απέκτησε τα τυπικά της χαρακτηριστικά στο έργο του Robert Deleaunay, ο οποίος συσχετίζει άμεσα τη μουσική με τα χρώματα. Σε κάθε έργο της περιόδου αυτής ο Καπετανόπουλος θαρρείς και οραματίζεται μια εικόνα της κοσμογονίας, στην οποία τα χρώματα αποκτούν υπόσταση μέσω του φωτός και οργανώνονται σε μελωδικά σύνολα. Από αυτή την άποψη η αφαίρεση και ειδικά ο πουαντιγισμός, που καλλιεργείται εδώ κι εκεί, σχετίζονται άμεσα με ένα φυσικό πρότυπο, που συναντά κανείς στο συνεχώς μεταβαλλόμενο σύμπαν, όπως το αποκαλύπτουν στα μάτια μας σήμερα τα μεγάλα τηλεσκόπια. Όμως, όχι μόνο στον μακρόκοσμο, αλλά και στον μικρόκοσμο βρίσκει κανείς παρόμοιες εικόνες. Στην καλλιτεχνική δημιουργία οι εικόνες αυτές περνούν από τα φίλτρα της προσωπικής βίωσης και ευαισθησίας και αξιοποιούνται από το δημιουργό στη διαμόρφωση της προσωπικής του έκφρασης. Στα έργα αυτά, ο ζωγράφος εμφανίζεται με πληθωρική διάθεση. Με εργαλείο τα χρώματα ταυτίζεται με τα φυσικά φαινόμενα και ενεργεί αποκαλυπτικά, αλλά και με γνώμονα τη μουσική – μελωδική σχέση τους. Εάν έγραφε μουσική, τα χρώματα θα υποκαθιστούσαν τους μουσικούς τόνους, που καθοδηγούμενοι από το μουσικό, συνθέτουν το θαύμα της δικής του πρότασης. Και ενώ στα έργα της περιόδου αυτής διαπιστώνει κανείς μια ρευστότητα των χρωματικών μέσων, ξάφνου διαφαίνονται πιο συγκεκριμένα στοιχεία, σχήματα, μορφές. Η δημιουργία αποκτά υπόσταση και σε ορισμένες περιπτώσεις θαρρείς κι έχεις να κάνεις μ’ ένα ολάνθιστο λιβάδι. Σε άλλες πάλι αναφαίνεται μέσα από χρωματικές ομίχλες ο Παρθενώνας σαν μια ένδειξη συσπείρωσης και μορφοποίησης ύψιστων δημιουργικών – πνευματικών δυνάμεων. Ο Παρθενώνας είναι μια συνισταμένη ενός κόσμου, όπου ο άνθρωπος μεταβάλλεται σε μέτρο της Δημιουργίας, ενώ αποτελεί ταυτόχρονα την υψηλότερη πνευματική και αισθητική της βαθμίδα. Αυτός ο κόσμος αποτελεί αστείρευτη παρακαταθήκη δυνατοτήτων και η σχέση με αυτόν οδηγεί σε νέες ιδέες, σε νέες μορφές έκφρασης. Ο Κωνσταντίνος Καπετανόπουλος, αρχίζει βαθμιαία να ανακαλύπτει τον κόσμο αυτόν και να αντλεί ιδέες, διαμορφώνοντας μια δική του άποψη στο πλαίσιο των καλλιτεχνικών του αναζητήσεων. Παράλληλα με την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική, ο καλλιτέχνης, σχετίζεται με την αρχαία ελληνική γλυπτική που κοντά στα ποιήματα του Ομήρου και τη φιλοσοφία του Πλάτωνα, αποτελεί ένα από τα υψηλότερα πνευματικά επιτεύγματα του ανθρώπου γενικότερα. Ο κόσμος των Κούρων, των αρχαϊκών αγαλμάτων που παρουσιάζουν την ανθρώπινη μορφή στη στερεομετρική της δομή, ξεκάθαρη, ελεύθερη, δυναμική μέσα στο χώρο και στο πνεύμα της καλοκαγαθίας, συγκλονίζει τον καλλιτέχνη, με βασικό αντιπρόσωπο το γιγάντιο Κούρο της Σάμου, αυτή τη θεία υπόσταση των πρώτων μεγάλων οραμάτων της μοναδικής Ιωνίας. Τα γλυπτά των αετωμάτων του ναού του Διός στην Ολυμπία, που ο Heinrich Bulle, χαρακτήρισε ως την πιο συμπαγή έκφραση του ουσιώδους, ενθουσιάζουν επίσης τον καλλιτέχνη. Σ’ αυτές τις μορφές αποκαλύπτεται η παντοδυναμία των Θεών και η τραγωδία της ανθρώπινης υπερηφάνειας και υπέρβασης. Οι πλαστικές δυνατότητες του σώματος αξιοποιούνται σ’ έναν ύψιστο βαθμό, ενώ το θεϊκό μεγαλείο και το ήθος συμπλέκονται με τις δαιμονικές καταβολές της ζωής. Ο ζωγράφος μετουσιώνει στοιχεία των μορφών αυτών και τα εντάσσει στην προσωπική του διάλεκτο συνθέτοντας μια εικόνα όχι πια αφηρημένη, αλλά συγκεκριμένη, όμως όχι ρεαλιστική. Ο χαρακτήρας της είναι περισσότερο οραματικός, ονειρικός. Σ’ αυτό το οραματικό φάσμα θα ενταχθεί και το περίφημο επιτύμβιο του Ιλισσού, ένα από τα κορυφαία δημιουργήματα της γλυπτικής γενικότερα. Το επιτύμβιο αυτό που θεωρήθηκε έργο του Σκόπα, έχει ξεφύγει από τη μακάρια λάμψη των κούρων και έχει εμπλουτιστεί με το βάθος και πλάτος του συναισθήματος, που κάνει τον άνθρωπο να ξεχωρίζει από όλα τα άλλα πλάσματα του πλανήτη. Απεικονίζεται ένας πατέρας που συλλογιέται το νεκρό του γιο. Και αυτόν ακριβώς το συλλογισμό αποκαλύπτει ο μεγαλοφυής γλύπτης, παρουσιάζοντας το νέο, στην ηρωική του γυμνότητα, ακουμπισμένο στο ίδιο το ταφικό του σήμα. Ένα μικρό παιδάκι κουλουριάζεται με μισόκλειστα μάτια δίπλα του, ενώ το σκυλί του νέου, που όσο ζούσε ήταν κυνηγός, ανιχνεύει την παρουσία του πατέρα. Ο ίδιος ο νέος, με το βλέμμα χαμένο στο υπερπέραν δηλώνει τον αφηρωισμό του και την οραματική του υπόσταση: ένας πένθιμος συλλογισμός γιομάτος από τον πόνο της νοσταλγίας και της πληγωμένης αγάπης! Ο ζωγράφος αφομοιώνει τα περιεχόμενα αυτής της παρουσίας και τα αξιοποιεί πάντα στο ύφος και το χαρακτήρα μιας προσωπικής του ενόρασης. Στο ίδιο πνεύμα εμφανίζεται ένας ιππέας, στο αντίστοιχο φύλλο του μεγάλου τρίπτυχου, σαν αιώνιο σύμβολο ελευθερίας και λεβεντιάς. Η αχνή διατύπωση της μορφής ανταποκρίνεται πλήρως προς τις άλλες μορφές που με την αινιγματική τους παρουσία συμπληρώνουν η μια την άλλη. Γενικά είναι το ονειρικό – οραματικό στοιχείο που ενδιαφέρει το ζωγράφο. Το απαλό σφουμάτο, που πετυχαίνει με τις αλλεπάλληλες λαζούρες, εξαφανίζει την οξύτητα των περιγραμμάτων και κάνει τα χρώματα να αποκτούν μεγάλη διαφάνεια. Εάν κανείς θέλει να ταυτοποιήσει το στύλ αυτό πρέπει να μιλήσει για υπερβατικό συμβολισμό με αποξενωτικές, ονειρικές διαθέσεις στο πλαίσιο μιας προσωπικής μυθολογίας και ποιητικής αντίληψης. Το ποιητικό στοιχείο άλλωστε, που είναι ενδεικτικό για ρομαντικές βιώσεις και τάσεις φαίνεται να αποκτά στο έργο του ζωγράφου Καπετανόπουλου μια διάσταση ιδιαίτερης σημασίας. Αυτό διακρίνεται στα τοπία του με τον ευρύ ορίζοντα και τον πλατύ ουρανό που και σ’ αυτή την περίπτωση είναι σύμβολο φυγής και ελευθερίας. Γενικά ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Καπετανόπουλος έχει ένα ιδιαίτερο ευρύ φάσμα αναζητήσεων με συνεπή ανέλιξη από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο, χωρίς όμως το συγκεκριμένο να εξαντλείται στο ρεαλιστικό. Σε όλες τις περιπτώσεις επιδιώκεται το οραματικό, το ονειρικό και πάνω απ’ όλα το ποιητικό πνεύμα που παραμένει ο βασικότερος συντονιστής της εικόνας, αλλά και της γενικότερης κοσμοθεωρίας του καλλιτέχνη. Οι θέσεις του ανήκουν στο πλαίσιο μιας μεταμοντέρνας αντίληψης, που αποτελεί υπέρβαση των μανιεριστικών πειραματισμών του παρελθόντος και αναζητεί και πάλι στον πλούσιο κόσμο της ψυχής και του συναισθήματος, τις βασικές αξίες της ζωής και της τέχνης.'' ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Κωνσταντίνος Δ. Καπετανόπουλος γεννήθηκε στην Ανδραβίδα το 1961. Μαθήτευσε κοντά στη ζωγράφο Ιωάννα Οικονομίδου, πήρε μαθήματα ενδυματολογίας από το Φαίδωνα Πατρικαλάκη καθώς επίσης υποκριτικής στη Σχολή Δ. Βεάκη και σκηνοθεσίας στη Σχολή της Ε. Χατζίκου. |